Episode 141

Οι μάγισσες του Σάλεμ Άρθρουρ Μίλλερ

Η αυλαία σηκώνεται και το σκοτάδι του παρελθόντος φωτίζει με ανελέητη διαύγεια το παρόν. «Οι Μάγισσες του Σάλεμ», έργο του σπουδαίου Αμερικανού δραματουργού Άρθουρ Μίλερ, δεν είναι απλώς μια ιστορική αναπαράσταση. Είναι μια διαχρονική καταγγελία κάθε μορφής φανατισμού και κοινωνικού διχασμού. Στον θεατρικό του πυρήνα, το έργο είναι ένα χωνευτήρι – όπως δηλώνει και ο αρχικός αγγλικός του τίτλος The Crucible – όπου οι ανθρώπινες αδυναμίες, οι πολιτικές σκοπιμότητες και οι θρησκευτικές υπερβολές λιώνονται και ξεγυμνώνονται.

Η ιστορία που έγινε θέατρο

Το έργο τοποθετείται στο χωριό Σάλεμ της Μασαχουσέτης, το 1692, μια εποχή έντονου θρησκευτικού συντηρητισμού και κοινωνικής ασφυξίας. Ξεκινά με δυο μικρά κορίτσια, την εννιάχρονη Ελίζαμπεθ Πάρις και τη δεκαεξάχρονη Άμπιγκεϊλ Γουίλιαμς, που εμφανίζουν ανεξήγητα «δαιμονικά» συμπτώματα – ουρλιαχτά, σπασμούς και παραισθήσεις. Όταν ο τοπικός γιατρός και η κοινότητα αδυνατούν να ερμηνεύσουν την κατάσταση, οδηγούνται στην προφανή – για την εποχή – εξήγηση: μαγεία.

Η Τιτούμπα, ινδιάνα σκλάβα και υπηρέτρια του πάστορα Πάρις, γίνεται ο πρώτος αποδιοπομπαίος τράγος. Η ομολογία της, αναγκαστική και βασανιστική, ανοίγει το κουτί της Πανδώρας. Από εκείνη τη στιγμή, οι κατηγορίες ξεπηδούν η μία μετά την άλλη. Η Άμπιγκεϊλ, γεμάτη εκδίκηση και καταπιεσμένο έρωτα για τον παντρεμένο Τζον Πρόκτορ, σπρώχνει την κοινωνία στο χάος. Η ίδια κατηγορεί τη γυναίκα του, Ελίζαμπεθ, για μαγεία – όχι για να «καθαρίσει» την κοινότητα, αλλά για να την εξαφανίσει και να πάρει τη θέση της.

Πόλη χωρίς νόμο, πίστη χωρίς φως

Στο Σάλεμ, η θρησκεία γίνεται εργαλείο καταπίεσης. Οι γυναίκες που δεν συμβιβάζονται, που ξεχωρίζουν, που μιλούν δυνατά, στιγματίζονται ως «μάγισσες». Οι άντρες που δεν σκύβουν το κεφάλι, εξοστρακίζονται. Όσοι σιωπούν, σώζονται – όσοι μιλούν, χάνονται. Η κοινότητα δεν έχει πια θεό. Έχει μόνο φόβο. Και ο φόβος, όπως λέει ο ίδιος ο Μίλερ, όταν «ενσαρκώνεται», γίνεται τέρας.

Χαρακτήρες και σκιαγράφηση

Ο Τζον Πρόκτορ δεν είναι ήρωας με την κλασική έννοια. Είναι ένας ατελής άνθρωπος, που όμως δεν προδίδει την ηθική του πυξίδα. Μέσα από τις εσωτερικές του συγκρούσεις, ο Μίλερ τον καθιστά ένα σύμβολο αξιοπρέπειας σε έναν κόσμο παραλογισμού. Ο Τζον Πρόκτορ είναι η ηθική ραχοκοκαλιά του έργου. Άνθρωπος με λάθη, αλλά όχι χωρίς αρετή, παλεύει ανάμεσα στη ντροπή και τη λύτρωση. Δεν είναι ήρωας από γεννησιμιού – γίνεται. Όταν φτάνει η ώρα να σώσει τον εαυτό του με αντάλλαγμα την τιμή του, αρνείται να ομολογήσει ψευδώς. Επιλέγει τον θάνατο αντί για την προσβολή του ονόματός του, λέγοντας τη συγκλονιστική φράση: «Μόνο το όνομά μου έχω...».

Η Άμπιγκεϊλ είναι το τέλειο αντίβαρο: πανούργα, γοητευτική, θύμα και θύτης μαζί. Οι υπόλοιποι χαρακτήρες – η πονεμένη αλλά γενναία Ελίζαμπεθ Πρόκτορ, ο φανατικός δικαστής Ντάνφορθ, ο μετεωριζόμενος αιδεσιμότατος Χέιλ – είναι όλοι κομμάτια ενός παζλ που απεικονίζει τον εφιάλτη μιας κοινωνίας που κυνηγάει φαντάσματα.

Η σκηνή ως καθρέφτης της Ιστορίας

Το έργο βασίζεται σε πραγματικά γεγονότα. Το 1692, στη μικρή κοινότητα του Σάλεμ, περισσότεροι από 200 άνθρωποι κατηγορήθηκαν για μαγεία. Είκοσι εκτελέστηκαν – κυρίως με απαγχονισμό – και άλλοι πολλοί φυλακίστηκαν ή στιγματίστηκαν κοινωνικά. Η υστερία αυτή δεν ήταν απλώς ένα θρησκευτικό φαινόμενο· ήταν αποτέλεσμα φόβου, μίσους και πολιτικής αβεβαιότητας. Ο Μίλερ, με εξαιρετική ακρίβεια, ξεγυμνώνει αυτή τη σκοτεινή πλευρά της ανθρώπινης ιστορίας. Και όλα αυτά επειδή μερικές έφηβες χειραγωγήθηκαν, πείστηκαν ή απλώς διψούσαν για εξουσία

Ο Μίλερ, το 1953, έγραψε το έργο ως ευθεία καταγγελία του Μακαρθισμού – της αντικομουνιστικής υστερίας που ξέσπασε στις ΗΠΑ, όπου πνευματικοί άνθρωποι σύρονταν σε δίκες και εξευτελισμούς. Και όπως στο Σάλεμ, έτσι και τότε, η «αλήθεια» ήταν ό,τι βόλευε την εξουσία.

Ο συμβολισμός του έργου

Ο Μίλερ έγραψε το έργο το 1953, εν μέσω της μαύρης περιόδου του μακαρθισμού. Το «κυνήγι των μαγισσών» της εποχής του δεν περιελάμβανε πλέον δαίμονες και κατάρες, αλλά «αντιαμερικανικές δραστηριότητες» και λίστες υπόπτων για κομμουνιστικά φρονήματα. Ο ίδιος ο συγγραφέας αρνήθηκε να καταδώσει συναδέλφους του και καταδικάστηκε. Το έργο του γίνεται έτσι μια φωνή εναντίωσης στην τρομοκρατία της σκέψης και στην κατασκευή εχθρών από το κράτος ή την κοινωνική πλειοψηφία. Όπως γράφει: «Όταν ένας κόσμος πιστεύει πως κατέχει την απόλυτη αλήθεια, τότε η βία είναι πάντα προ των πυλών».

Το θεατρικό ντεμπούτο και η απήχηση

Η πρώτη παρουσίαση του έργου έγινε στο Μπρόντγουεϊ το 1953 και τιμήθηκε με το βραβείο Tony. Η δύναμή του, όμως, δεν περιορίζεται στη θεατρική επιτυχία της εποχής. Το έργο μεταφράστηκε και παίχτηκε σε ολόκληρο τον κόσμο, συμπεριλαμβανομένης της Ελλάδας, όπου γνώρισε συγκλονιστική αποδοχή. Η ελληνική κοινωνία, εξάλλου, δεν είναι άμοιρη ανάλογων κυνηγιών: είτε πρόκειται για πολιτικές διώξεις, είτε για κοινωνικούς αποκλεισμούς, το έργο «μιλά» και εδώ με ιδιαίτερη ένταση.

Σκηνοθεσία, αίσθηση και αποτύπωμα στον θεατή

Στις σύγχρονες θεατρικές αποδόσεις – όπως εκείνη του Εθνικού Θεάτρου ή οι πρόσφατες σκηνικές μεταφορές με κινηματογραφική αισθητική – το έργο παίζεται συχνά με λιτή σκηνογραφία και ενισχυμένο φωτισμό, ώστε να αναδεικνύεται το ηθικό σκοτάδι. Οι σκηνές δίκης αποπνέουν κλειστοφοβία, ενώ η σιωπή, πιο ηχηρή από κάθε φωνή, προκαλεί ρίγος. Ο θεατής δεν φεύγει απλώς με εντυπώσεις – φεύγει με βάρος. Με ένα ηθικό ερώτημα: Αν ζούσα στο Σάλεμ, τι θα έκανα; Θα μιλούσα ή θα σώπαινα;

Ο θεατής φεύγει από την παράσταση συγκλονισμένος. Δεν είναι μια «άνετη» θεατρική εμπειρία. Είναι καθαρτική. Το έργο στήνει έναν καθρέφτη μπροστά στο κοινό και το καλεί να αναμετρηθεί με τις προκαταλήψεις του, τον φόβο του, τη σιωπή του μπροστά στο άδικο. Ερωτήματα γεννιούνται αναπόφευκτα: Τι θα έκανα εγώ στη θέση του Πρόκτορ; Πόσο εύκολα γίνομαι συνένοχος όταν σιωπώ; Πώς μπορεί μια κοινωνία να κυνηγάει τις «μάγισσες» της εποχής της, και ποιοι είναι σήμερα αυτοί οι άνθρωποι; Καθώς πέφτει η αυλαία, δεν υπάρχει χειροκρότημα ενθουσιασμού, αλλά ένα σιωπηλό δέος. Το κοινό μοιάζει σαν να έχει περάσει από δοκιμασία. Οι «Μάγισσες του Σάλεμ» δεν είναι απλώς ένα θεατρικό έργο· είναι εμπειρία, είναι καμπανάκι για τις συλλογικές μας ευθύνες. Είναι ένα μανιφέστο ενάντια στον παραλογισμό της μισαλλοδοξίας.

Ο συγγραφέας και το χνάρι του

Ο Άρθουρ Μίλερ (1915–2005), από τους σημαντικότερους θεατρικούς συγγραφείς του 20ού αιώνα, υπήρξε έντονα πολιτικοποιημένος. Στα έργα του συνδυάζει τη δραματική ένταση με την κοινωνική κριτική και την ηθική πάλη. Εκτός από τις «Μάγισσες του Σάλεμ», έγραψε αριστουργήματα όπως ο «Θάνατος του Εμποράκου» και το «Ήταν όλοι τους παιδιά μου». Το έργο του παραμένει δραματικά επίκαιρο και ανθεκτικό στον χρόνο, επειδή θέτει ηθικά διλήμματα που δεν ξεπερνιούνται – επαναπροβάλλονται με κάθε νέα μορφή εξουσιαστικής επιβολής. Ο Άρθουρ Μίλερ με το έργο αυτό, πέρασε από τη θεατρική στην ιστορική μνήμη. Πέρα από τη λογοτεχνική του αξία, «Οι Μάγισσες του Σάλεμ» έγιναν μέτρο πολιτικής ευσυνειδησίας. Ο ίδιος ο συγγραφέας καταδικάστηκε γιατί αρνήθηκε να καταδώσει φίλους του. Το θέατρο του Μίλερ δεν γράφεται για να διασκεδάσει. Γράφεται για να αφυπνίσει.

Επίλογος

«Οι Μάγισσες του Σάλεμ» δεν μιλούν για το 1692. Μιλούν για το τώρα, για κάθε εποχή που επιτρέπει στον φόβο να φορέσει ένδυμα ηθικής καθαρότητας. Ο θεατής φεύγει βαριάς καρδιάς, μα με καθαρότερο βλέμμα. Η κάθαρση του θεάτρου δεν είναι εδώ θεαματική, μα ηθική. Ο Μίλερ, όπως ένας αρχαίος τραγικός ποιητής, μας υπενθυμίζει πως η ελευθερία δεν είναι αυτονόητη, και πως οι πραγματικές μάγισσες δεν είναι αυτές που καίνε στην πυρά, αλλά οι ίδιες οι σπίθες της εξουσίας που σιγοκαίνε τη λογική και την ανθρωπιά. Οι «μάγισσες» του Σάλεμ δεν κάηκαν ποτέ. Δεν χρειάστηκαν φλόγες για να σβηστούν – τους έπνιξε η σιωπή των ανθρώπων. Και οι ίδιες αυτές δίκες, με άλλο όνομα, με άλλα μέσα, συνεχίζονται και σήμερα: στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, στη δημόσια σφαίρα, στους ψιθύρους που στήνουν κρεμάλες. Το έργο του Μίλερ, εν τέλει, είναι μια προσευχή – όχι θρησκευτική, μα ανθρώπινη: να μείνει άσβεστη η σπίθα της αλήθειας, ακόμα κι αν όλα γύρω της καταρρέουν. Και στον απόηχο του τελευταίου χειροκροτήματος, η πιο τρομακτική διαπίστωση μένει μετέωρη στον αέρα:

«Το Σάλεμ είναι παντού. Και πάντα κάποιος θα δείχνει το δάχτυλο. Το θέμα είναι: εσύ, πού θα στέκεσαι;»

Η ιστοσελίδα μου

https://www.angeligeorgia.gr

Τα Podcast μου:

https://angeligeorgiastoryteller.gr

https://mithoikaipolitismoi.gr

https://akougontasmetingeorgia.gr

https://theatromeangeligeorgia.gr

Το κανάλι μου στο you tube

https://www.youtube.com/@angeligeorgia808/featured

Facebook σελίδα Αγγελή Γεωργία:

https://www.facebook.com/angeligeorgia

Facebook σελίδα Μύθοι και πολιτισμοί:

https://www.facebook.com/mythoikaipolitismoi

email: angeligeorgia.storyteller@gmail.com

About the Podcast

Show artwork for Θέατρο με Αγγελή Γεωργία, ραδιοφωνικά θεατρικά έργα
Θέατρο με Αγγελή Γεωργία, ραδιοφωνικά θεατρικά έργα
ηχητικά θεατρικά έργα

About your host

Profile picture for Γεωργια Αγγελή

Γεωργια Αγγελή

Είμαι η Γεωργία Αγγελή, αφηγήτρια, ραδιοφωνική παραγωγός απο το 2013, podcaster, youtuber και συγγραφέας. Απο τα podcast μου θα ακούτε τη δουλειά μου. Μου αρέσει η λογοτεχνία, τα λαϊκά παραμύθια, η μυθολογία, οι ιστορίες σοφίας, το θέατρο από όλο τον κόσμο. Όποιος ακροατής θέλει να του στέλνω ΔΩΡΕΑΝ οπτικοακουστικό υλικό μου στέλνει email: angeligeorgia.storyteller@gmail.com